Σε μια κίνηση που κλιμακώνει επικίνδυνα τις διατλαντικές σχέσεις, ο Λευκός Οίκος αποφάσισε να τραβήξει το σκοινί απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θέτοντας ξεκάθαρα το δίλημμα: ή χαλαρώνετε τους κανόνες για τις Big Tech ή ετοιμαστείτε για οικονομικά αντίποινα.
Η αμερικανική κυβέρνηση, μέσω του Γραφείου του Αντιπροσώπου Εμπορίου των ΗΠΑ (USTR), εξαπέλυσε χθες μια πρωτοφανή επίθεση στις Βρυξέλλες, κατηγορώντας τες ευθέως για στοχευμένη και μεροληπτική συμπεριφορά εις βάρος των «εθνικών πρωταθλητών» της αμερικανικής οικονομίας, όπως η Google, η Apple, η Amazon και η Meta.
Η «σταγόνα» που φαίνεται να ξεχείλισε το ποτήρι για την κυβέρνηση Τραμπ είναι η συνεχιζόμενη εφαρμογή των Digital Markets Act (DMA) και Digital Services Act (DSA). Οι κανονισμοί αυτοί, που έχουν σχεδιαστεί για να χαλιναγωγήσουν την ισχύ των τεχνολογικών γιγάντων, αντιμετωπίζονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού όχι ως εργαλεία προστασίας του καταναλωτή, αλλά ως όπλα εμπορικού πολέμου. Η Ουάσιγκτον κάνει λόγο για «παρενόχληση» μέσω προστίμων, φορολογικών επιβαρύνσεων και νομικών κωλυμάτων που, όπως υποστηρίζει, υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών επιχειρήσεων.
Στο στόχαστρο SAP, Spotify και Siemens
Το μήνυμα της Ουάσιγκτον δεν έμεινε σε αόριστες διπλωματικές προειδοποιήσεις. Για πρώτη φορά, η αμερικανική πλευρά κατονόμασε συγκεκριμένες ευρωπαϊκές εταιρείες που θα μπορούσαν να βρεθούν στη δίνη των αντιποίνων. Κολοσσοί όπως η γερμανική SAP και η Siemens, η σουηδική Spotify, η γαλλική Mistral AI, αλλά και εταιρείες παροχής υπηρεσιών όπως η DHL και η Accenture, φιγουράρουν στη «μαύρη λίστα» των πιθανών στόχων.
Η απειλή περιλαμβάνει επιβολή τελών και αυστηρών περιορισμών στη δραστηριότητα αυτών των εταιρειών επί αμερικανικού εδάφους. Το σκεπτικό του USTR είναι πως εφόσον η Ευρώπη «περιορίζει» τις αμερικανικές εταιρείες με το πρόσχημα της ρύθμισης, οι ΗΠΑ έχουν κάθε νομικό και ηθικό δικαίωμα να απαντήσουν με το ίδιο νόμισμα, χρησιμοποιώντας «κάθε διαθέσιμο εργαλείο» για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους.
«Βιομηχανία» προστίμων
Η αντίδραση αυτή έρχεται στον απόηχο μιας σειράς εξοντωτικών προστίμων που επιβλήθηκαν πρόσφατα από τις ευρωπαϊκές αρχές. Η Apple κλήθηκε να πληρώσει 500 εκατομμύρια ευρώ, η Meta 200 εκατομμύρια, ενώ μόλις αυτόν τον μήνα η πλατφόρμα X δέχθηκε «καμπάνα» 120 εκατομμυρίων ευρώ για παραβιάσεις του DSA. Το πιο ηχηρό χτύπημα, ωστόσο, ήρθε τον Σεπτέμβριο, με το πρόστιμο-μαμούθ των 2,95 δισεκατομμυρίων ευρώ στην Google για ζητήματα μονοπωλιακών πρακτικών στη διαφημιστική αγορά.
Για την αμερικανική διοίκηση, αυτά τα νούμερα δεν μαρτυρούν επιβολή της νομιμότητας, αλλά μια οργανωμένη προσπάθεια αναδιανομής πλούτου από τις επιτυχημένες αμερικανικές καινοτομίες προς τα ευρωπαϊκά ταμεία. Όπως χαρακτηριστικά ακούστηκε κατά τη διάρκεια ακρόασης στην Επιτροπή Δικαιοσύνης της Βουλής των Αντιπροσώπων, το DMA κατηγορείται ότι αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού αυθαίρετα, τιμωρώντας την επιτυχία και το μέγεθος, αντί να εξετάζει την πραγματική βλάβη στον καταναλωτή.
Η ρητορική της «διάκρισης»
Η αμερικανική επιχειρηματολογία εστιάζει στη λέξη «διάκριση». Ενώ οι παραδοσιακοί νόμοι περί ανταγωνισμού ισχύουν οριζόντια για όλους, οι νέοι ευρωπαϊκοί κανονισμοί στοχεύουν επιλεκτικά τους λεγόμενους «gatekeepers», οι οποίοι τυγχάνει να είναι σχεδόν αποκλειστικά αμερικανικές εταιρείες. Αυτό, σύμφωνα με τους επικριτές του DMA στις ΗΠΑ, δημιουργεί αθέμιτο πλεονέκτημα για τους ξένους ανταγωνιστές, στους οποίους ουσιαστικά «χαρίζεται» πρόσβαση σε δεδομένα και τεχνολογία που δεν ανέπτυξαν οι ίδιοι.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα χαρακτηρίσει την ΕΕ «πολύ άδικη» στα εμπορικά ζητήματα, υποστηρίζοντας πως οι Βρυξέλλες εκμεταλλεύονται την αμερικανική ευρηματικότητα. Η στάση αυτή ευθυγραμμίζεται με την ευρύτερη πολιτική του «America First», όπου η προστασία των εγχώριων εταιρειών αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ρήξη με παραδοσιακούς συμμάχους.
Το ερώτημα που πλέον πλανάται πάνω από τις αγορές δεν είναι αν θα υπάρξει αντίδραση, αλλά πότε και σε τι ένταση. Με την αμερικανική κυβέρνηση να δηλώνει έτοιμη να υιοθετήσει παρόμοια σκληρή στάση και απέναντι σε άλλες χώρες που θα τολμήσουν να αντιγράψουν το ρυθμιστικό μοντέλο της ΕΕ, ο παγκόσμιος τεχνολογικός χάρτης κινδυνεύει να κατακερματιστεί σε ζώνες επιρροής και εμπορικούς φραγμούς.








